Η δημιουργία ομοιωμάτων μυθικών πλασμάτων, τα οποία είτε δεν υπήρξαν είτε εξέλιπαν ήδη από τους προϊστορικούς χρόνους, ήταν μία πρακτική, η οποία ξεκίνησε από την ελληνική αρχαιότητα και συνεχίσθηκε στην ρωμαϊκή εποχή και τον μεσαίωνα με μεγάλη μάλιστα επιτυχία. Η εν λόγω πρακτική, όσο κι αν μας φαίνεται παράδοξο, συνεχίσθηκε και στην σύγχρονη εποχή, με πολύ όμως λιγότερη επιτυχία. Όσον αφορά στα κίνητρα των ασκούντων την ως άνω πρακτική αυτά εποίκιλαν.
Στην ελληνική αρχαιότητα, η πρακτική αυτή ήταν τέχνη, η οποία εξασκείτο στο αρχαίο ελληνικό θέατρο, της οποίας το μεν κίνητρο ήταν καθαρώς βοηθητικό και σκόπευε στην πραγματοποίηση μιας άρτιας, εξ επόψεως τεχνικής, θεατρικής παραστάσεως, το δε επί της σκηνής αποτέλεσμα, εκπληκτικό για τα δεδομένα της εποχής εκείνης.
Στην ρωμαϊκή εποχή, η παραπάνω πρακτική όχι μόνον βελτιώθηκε και αναπτύχθηκε αρκετά αλλά και επικεντρώθηκε κυρίως στην κατασκευή ψεύτικων ολοκλήρων η μη σκελετών από μυθικά όντα, έχοντας ως βασικό κίνητρο το κέρδος και δευτερευόντως την καλλιέργεια πνεύματος θρησκοληψίας, ενίοτε δε και της ικανοποιήσεως της περιεργείας ισχυρών ανδρών της εν λόγω εποχής, όπως π.χ. των Ρωμαίων αυτοκρατόρων Τιβερίου και Αυγούστου, οι οποίοι μάλιστα διατηρούσαν ιδιωτικά μουσεία με τέτοιου είδους όντα-εκθέματα. Πλήθος μαρτυριών από συγγραφείς όπως οι Διόδωρος Σικελιώτης, Πλίνιος, Παυσανίας, Φιλόστρατος, Λουκιανός, Αιλιανός, Μανίλιος, επιβεβαιώνουν τα ως άνω λεχθέντα. Χαρακτηριστικά και αξιομνημόνευτα παραδείγματα αποτελούν η μαρτυρία του Λουκιανού του Σαμοσατέως, ο οποίος αναφέρει έναν απατεώνα ονόματι Αλέξανδρο, ο οποίος, επί σειράν ετών, εξέθετε σε διάφορες πόλεις της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας ένα ανθρωποκέφαλο ερπετό, αποκομίζοντας αρκετά χρήματα και του Αιλιανού, ο οποίος περίπου δύο δεκαετίες αργότερα, αναφέρει την ύπαρξη και δραστηριότητα ειδικών τεχνιτών, οι οποίοι κατασκεύαζαν με πολύ μεγάλη επιτυχία λείψανα μυθικών πλασμάτων.
Στην σύγχρονη εποχή, όσο κι αν ακούγεται παράξενο, η προαναθερθείσα πρακτική όχι μόνον εγκαταλείφθηκε, αλλά συνεχίσθηκε, χρησιμοποιώντας μάλιστα εξελιγμένα μέσα, παράγοντας παλαιοντολογικές απάτες, οι οποίες άγγιζαν τα όρια της τελειότητος. Όμως, τα ίδια προαναφερθέντα σύγχρονα τεχνικά μέσα, μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν και για την εξέταση της αυθεντικότητος η μη των παλαιοντολογικών ευρημάτων.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν η αυτοψία, η οποία έγινε σε μία ταριχευμένη "γοργόνα" στο Λονδίνο, στις αρχές του δεκάτου ενάτου αιώνος. Όπως αποδείχθηκε κατόπιν, επρόκειτο περί απάτης, πολύ επικερδούς μάλιστα για τους δημιουργούς της, οι οποίοι την εξέθεταν στο φιλοθεάμον κοινό της αγγλικής πρωτευούσης έναντι εισιτηρίου φυσικά. Οι επιστήμονες που την εξήτασαν, διαπίστωσαν ότι είχε χρησιμοποιηθεί για το μεν κάτω μέρος της, ένας μεγάλος ακέφαλος αποξηραμένος σολομός, για το δε άνω, ο κορμός και το κεφάλι μιας ταριχευμένης μαϊμούς. Το μέτωπο, η μύτη, τα μαλλιά, τα νύχια, το στήθος ήταν ανθρώπινα εν αντιθέσει με τα μάτια, τα οποία ήταν τεχνητά.
Η πιο μεγάλη και γνωστή παλαιοντολογική απάτη του εικοστού αιώνος, κατ' άλλους, όλων των εποχών, ήταν ο άνθρωπος του Piltdown. Το κίνητρο στην συγκεκριμένη περίπτωση δεν ήταν οικονομικό, αλλά ιδεολογικό. Το 1912 ο Charles Dawson, ερασιτέχνης ειδικός στα απολιθώματα, έφερε στον Dr. Arthur Woodward, παλαιοντολόγο στο βρετανικό μουσείο, μερικά οστά και πρωτόγονα εργαλεία, τα οποία είχε βρει σ' ένα όρυγμα με χαλίκια, στο Piltdown του Essex της νοτίου Αγγλίας: μία σιαγόνα, δύο δόντια και ένα μέρος κρανίου. Τα ευρήματα αυτά απετέλεσαν την πολυπόθητη, για τους υποστηρικτές της θεωρίας της εξελίξεως του Καρόλου Δαρβίνου, απόδειξη του χαμένου κρίκου του μεταβατικού σταδίου της ανθρωπίνης εξελίξεως από τον πίθηκο στον άνθρωπο, δηλαδή του πιθηκανθρώπου. Με βάση τα προαναφερθέντα ανθρωπολογικά ευρήματα παρήχθη ένας τεράστιος όγκος βιβλιογραφίας μέχρι το έτος 1956, χρονιά κατά την οποία εδημοσιεύθη στο γνωστό αμερικανικό περιοδικό Reader's Digest, μηνός Οκτωβρίου, ένα άρθρο με τον αποκαλυπτικό τίτλο: "Η μεγάλη παραποίηση του ανθρώπου του Piltdown", στο οποίο απεδεικνύετο ότι το όλο θέμα δεν ήταν τίποτε άλλο παρά μία επιστημονικοφανής απάτη και τίποτε περισσότερο. Η σιαγόνα ανήκε σε πίθηκο και συγκεκριμένα ουραγκοτάγκο. Το μέρος του κρανίου και τα δόντια ανήκαν σε άνθρωπο και είχαν τροχιστεί, για να τους δοθεί το επιθυμητό σχήμα. Τα εν λόγω ευρήματα, τα είχαν χρωματίσει με μεγάλη επιδεξιότητα, χρησιμοποιώντας άλας διχρωμικού οξέος της ποτάσας, ώστε να πάρουν το χρώμα που έχουν τα απολιθώματα και να φαίνονται αυθεντικά. Η προαναφερθείσα όμως μεγάλη παλαιοντολογική απάτη δεν ήταν και η τελευταία που μας επεφύλασσε ο εικοστός αιώνας.
Από το έτος 1994 στην βιβλιοθήκη Hodges του πανεπιστημίου του Tennessee στο Knoxville των Η.Π.Α. εκτίθεται ένα, εκ πρώτης όψεως, απίστευτο "παλαιοντολογικό εύρημα". Πάνω σε μία συμπαγή μαρμάρινη βάση, υπάρχει μία κομψή προθήκη, εντός της οποίας έχει τοποθετηθεί, στο εμπρόσθιο μέρος, "ο σκελετός ενός ενηλίκου Κενταύρου" μαζί με πήλινα εγχάρακτα θραύσματα και μία επιγραφή, στο αριστερό μέρος της οποίας διαβάζουμε: "Οι ανασκαφές των Κενταύρων στον Βόλο" και στο δεξιό μέρος "Πιστεύετε στην ύπαρξη των Κενταύρων;". Στο πίσω μέρος της εν λόγω προθήκης υπάρχουν: α ) ένα ενημερωτικό κείμενο, από το οποίο μαθαίνουμε ότι ο σκελετός ανάγεται στην δεκάτη τρίτη χιλιετία π.Χ. και ευρέθη οκτώ χιλιόμετρα νοτιοανατολικώς της πόλεως του Βόλου σε ταφικές ανασκαφές, οι οποίες επραγματοποιήθησαν από Έλληνες αρχαιολόγους το έτος 1980, β ) ένας χάρτης της Ελλάδος, γ ) μία καλλιτεχνική ασπρόμαυρη απεικόνιση Κενταύρων, δ ) μία φωτογραφία ενός Κενταύρου από την ζωφόρο του Παρθενώνος, ε ) ένα έντυπο στο οποίο βλέπουμε την ανατομία ενός αρσενικού ενηλίκου Κενταύρου και στ ) τρία πήλινα αγγεία, ένα πήλινο πινάκιο και μερικά πήλινα θραύσματα αγγείων.
Το εκπληκτικό όμως αυτό "παλαιοντολογικό εύρημα" δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα έργο τέχνης, το οποίο κατασκευάστηκε από τον Bill Willers, καθηγητή βιολογίας στο πανεπιστήμιο του Wisconsin-Oshkosh και καλλιτέχνη. Ο Willers κατασκεύασε τον εν λόγω σκελετό, χρησιμοποιώντας οστά αλόγου pony και ανθρώπου (τα ανθρώπινα οστά προήρχοντο από σκελετό, ο οποίος εχρησιμοποιείτο σε μάθημα ανατομίας στο πανεπιστήμιο του Wisconsin και είχε αντικατασταθεί, λόγω παλαιότητος, από ένα πλαστικό), τα οποία εμπότισε συστηματικώς με τσάϊ για να πάρουν ένα βαθύ καφέ χρώμα και να δείχνουν έτσι πολύ παλαιά. Το εν λόγω "παλαιοντολογικό εύρημα" αφού φιλοξενήθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1980 στο μουσείο συγχρόνου τέχνης Madison (πρώην κέντρο τεχνών Madison) και σε γκαλλερί διαφόρων αμερικανικών πανεπιστημίων, ο Willers το αποθήκευσε στον αχυρώνα ενός φίλου του. Ο σκοπός του Willers ήταν διττός: ως καλλιτέχνης, επεδίωξε να κάνει τους θεατές του δημιουργήματός του, ν' αποκτήσουν μία βαθύτερη κατανόηση της ψυχολογίας των αρχαίων Ελλήνων, από αυτή που συνήθως έχουν· ως επιστήμων, θέλησε να τους μεταδώσει τον σκεπτικισμό, δηλαδή την αίσθηση της αβεβαιότητος όσον αφορά τις οιουδήποτε είδους αυθεντίες, είτε πρόκειται περί προσώπων, είτε πρόκειται περί κειμένων.
Το έτος 1992 οι καθηγητές ζωολογίας Neil Greenberg και καλών τεχνών Beauvais Lyons του πανεπιστημίου του Tennessee-Knoxville, αγόρασαν τον "σκελετό του Κενταύρου" από τον καθηγητή Willers και το 1994 τον τοποθέτησαν σε περίοπτη θέση στην προαναφερθείσα πανεπιστημιακή βιβλιοθήκη. Ο "σκελετός" τοποθετήθηκε εν γνώσει και με την άδεια των Paula Kaufman και Al Burstein, προϊσταμένης των βιβλιοθηκών και πρώην διευθυντού προγράμματος σπουδών του πανεπιστημίου του Tennessee αντιστοίχως. Το σκεπτικό τους, όσον αφορά στον λόγο της τοποθετήσεως ενός πλαστού παλαιοντολογικού ευρήματος εντός ακαδημαϊκού χώρου, δεν απείχε πολύ από εκείνο του καθηγητού Willers. Για την μεν P. Kaufman, το έκθεμα απετέλεσε ένα πολύτιμο μάθημα σκεπτικισμού προς τους φοιτητές, ούτως ώστε να εξετάζουν πάντοτε και να μην δέχονται a priori καμμία αυθεντία, απ' όπου κι αν αυτή προέρχεται: πολιτική, επιστημονική η θρησκευτική. Για τον δε A. Burstein, το όλο ζήτημα απετέλεσε μία εξόχως κατάλληλη διδακτική μέθοδο, η οποία δια μέσου της αποδοχής - απορρίψεως, οδηγεί τον σημερινό φοιτητή και αυριανό επιστήμονα, στην απόκτηση του σημαντικοτέρου στοιχείου της επιστημονικής του καταρτίσεως: της επιστημολογικής του αυτοσυνειδησίας. Από αυτήν την προοπτική το έκθεμα λειτουργεί όπως ένας ακαδημαϊκός δάσκαλος, ο οποίος, μετά από μία πολύ πειστική και καθ' όλα επιστημονικοφανή ανάπτυξη ενός συγκεκριμένου θέματος, αποκαλύπτει στους φοιτητές του, ότι το ενενήντα τοις εκατό από αυτά που τους είπε δεν ήταν αληθινά. Το αποτέλεσμα αυτής της ανορθοδόξου διδακτικής μεθόδου είναι το εξής σημαντικό: τίποτε δεν πρέπει να εκλαμβάνουν ως δεδομένο, ακόμη και αν αυτό περιβάλλεται φαινομενικώς με το αναμφισβήτητο κύρος της επιστημονικής αυθεντίας.
Πέραν όμως των διαφόρων κινήτρων και σκοπών, τα οποία εποίκιλαν κατά καιρούς, η αποδοχή ομοιωμάτων η λειψάνων μυθολογικών πλασμάτων ως αληθινών, τελικώς κρύβει κάτι βαθύτερο από μία διελκυστίνδα μεταξύ των πιστών των μυθολογικών παραδόσεων και των οπαδών της θετικής σκέψεως. Η πίστη στην ύπαρξη Γιγάντων, Κενταύρων, Τριτόνων, Γοργονών και άλλων ανθρωπομόρφων μυθολογικών όντων, αντανακλά την ύπαρξη της διπλής φύσεως του ανθρώπου, της πρωτογόνου (ζωϊκής) από την μία και της πολιτισμένης (ανθρωπίνης) από την άλλη.
Η πίστη σ' αυτήν την διττή φύση του ανθρώπου δεν υπάρχει μόνο στην μυθολογία, αλλά και στην αρχαία ελληνική θρησκεία, με καλύτερη στιγμή της την λατρεία του Θεού Απόλλωνος (ανθρώπινο στοιχείο) η του Θεού Διονύσου (ζωϊκού στοιχείου), ενώ στην σύγχρονη ελληνική θρησκεία, τον Χριστιανισμό, έλαβε την μορφή του πνευματικού αγώνος του ανθρώπου εναντίον των παθών (ζωϊκού στοιχείου), με σκοπό την απόκτηση των αρετών (ανθρώπινο στοιχείο). Η απεμπόληση όμως του ενός από τα δύο στοιχεία και όχι η αρμονική συνύπαρξη και των δύο όψεων της ανθρωπίνης φύσεως, πράγμα το οποίο μας διδάσκει η μυθολογία, οδήγησε και συνεχίζει να οδηγεί τις ανθρώπινες κοινωνίες στον εκφυλισμό: ο άνθρωπος μετατρέπεται σε σαρκοβόρο θηρίο η παχιά αγελάδα...