Εν Αθήναις τη 18 Μαρτίου 1947 Έχομεν την τιμήν να φέρομεν εις γνώσιν υμών ότι ευθύς ως περιήλθεν ημίν η πληροφορία, καθ’ ην η υπό της Αγγλικής Κυβερνήσεως χρηματοδότησις της συντηρήσεως του ημετέρου στρατού θα έπαυεν από της 31ης τρέχοντος Μαρτίου, εσπεύσαμεν να δώσωμεν τας δέουσας οδηγίας προς τας Πρεσβείας ημών εν Λονδίνω και Ουάσιγκτον, ούτως ώστε το ζήτημα τούτο να αντιμετωπισθή ειδικώς κατά τας μεταξύ Βρετανικής και Αμερικανικής Κυβερνήσεως διαπραγματεύσεις εν σχέσει προς την περαιτέρω παροχήν οικονομικής βοηθείας προς την Ελλάδα. Επειδή όμως και μετά την εξασφάλισιν της έδη από του Προέδρου Τρούμαν εξαγγελθείσης μακράς πνοής συστηματικής αμερικανικής οικονομικής βοηθείας προς την Ελλάδα, ανεκύξηψε το επί μέρους ζήτημα της εξασφαλίσεως της συντηρήσεως του ημετέρου στρατού κατά το ενδιάμεσον διάστημα από της 31ης Μαρτίου μέχρις ότου άρξηται εν τη πράξει η υπεσχημένη αμερικανική βοήθεια, δι’ ην είναι απαραίτητος ειδική απόφασις του Κογκρέσου, εζητήσαμεν παρά των δυο φίλων Κυβερνήσεων την χωριστήν και άμεσον κατά τας διαπραγματεύσεις αυτών αντιμετώπισιν και του θέματος τούτου, όπερ ήτο θεμελιώδους δι’ ημάς σημασίας. Ήδη ευρισκόμεθα εις την ευχάριστον θέσιν να γνωρίζωμεν υμίν ότι το ζήτημα τούτο διηυθετήθη ικανοποιητικώς και δη κατά τον ακόλουθον τρόπον --συμφώνως αφ’ ενός προς τηλεγράφημα από 17-3-47 του εν Λονδίνω ημετέρου Πρεσβευτού και αφ’ ετέρου προς επιστολήν του ενταύθα Πρέσβεως της Μεγάλης Βρετανίας από 18ης τρέχοντος, ης επισυνάπτεται συνημμένως αντίγραφον. 1. Η Αμερικανική Κυβέρνησις εγνώρισε πρός την Βρετανικήν ότι η άταραχος εφαρμογή του αμερικανικού σχεδίου βοηθείας προς την Ελλάδα προβλέπεται δια την 18η Απριλίουπερίπου. 2. Εάν, παρά πάσαν προσδοκίαν, η ουσιαστική έναρξη της αμερικανικής βοηθείας επεβραδύνετο έτι μάλλον λόγω μακράς τυχόν διαδικασίας εις τα αμερικανικά νομοθετικά σώματα, αι δυο Κυβερνήσεις ήθελον προβή εις νέας συνεννοήσεις προς αντιμετώπισιν της καταστάσεως. Εν πάση περιπτώσει ετονίσθη ημίν, τόσο από αγγλικής όσον και από αμερικανικής πλευράς, ότι ουδέν έχομεν λόγον να ανησυχώμεν. 3. Η Βρετανική Κυβέρνησις είναι σύμφωνος να χορηγήση εις την Ελληνικήν Κυβέρνησιν δωρεάν στρατιωτικόν υλικόν αξίας 2.000.000 Λιρών. 4. Επί πλέον η Αγγλική Κυβέρνησις είναι έτοιμη να θέση εις την διάθεσιν της Ελληνικής Κυβερνήσεως το ποσό 1.000.000 Λιρών υπό την πρόβλεψιν ότι η ενδιάμεσος περίοδος μεταξύ διακοπής της αγγλικής και επελεύσεως της αμερικανικής βοηθείας θέλει εκταθή επί του πρώτου ημίσεως του προσεχούς Απριλίου. 5. Το περί ου πρόκειται ποσόν τούτο των 1.000.000 Λιρών θα περιέλθη ημίν εξ αποδεσμεύσεως εκ του όπερ μεν προς ημάς επιστολής του Άγγλου Πρεσβευτού αποκαλεί ‘ποσόν Αγγελοπούλου’ εν Λονδίνω, το δε σχετικόν τηλεγράφημα του εν Αγγλία ημετέρου Πρεσβευτού ‘αντίτιμον εις λίρας των εις δραχμάς δαπανών των Βρετανικών και Ελληνικών δυνάμεων’. 6. Ο Αναπληρωτής Μόνιμος επί των Εξωτερικών Υφυπουργός της Αγγλίας εδήλωσε προς τον εν Λονδίνω, ημέτερον Πρεσβευτήν ότι η Βρετανική Κυβέρνησις είναι σύμφωνος προς ‘το σχέδιον αναδιοργανώσεως Μοντγκόμερυ’. Ανακοινούντες υμίν τ’ ανωτέρω προσθέτομεν ότι, ως γνωρίζει ημίν εν τη συνημμένη επιστολή του ο Άγγλος Πρεσβευτής, η Βρετανική Κυβέρνησις εξαρτά την πραγματοποίησιν του σημείου 5 εκ της συμφώνου γνώμης της Ελληνικής Κυβερνήσεως, δι’ ο και παρακαλείται το Υπουργείον των Οικονομικών όπως γνωρίση ημίν όσον τάχιστα την συγκατάθεσιν του δια την αποδέσμευσιν του ως άνω ποσού εκ του περί ου πρόκειται λογαριασμού. Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΩΝ. ΤΣΑΛΔΑΡΗΣ
Το κείμενο αυτό παραθέτεται αυτούσιο όπως γνωστοποιήθηκε στο αρμόδιο γραφείο του ελληνικού Υπουργείου των Εξωτερικών (ΥΠΕΞ). Οι όροι καθώς και οι συνθήκες των διακανονισμών δεν μας είναι εγγράφως γνωστές. Δεν υπάρχει επίσης ανάλογο κείμενο στην ελληνική το οποίο να διευκρινίζει τις λεπτομέρειες των Ελληνοβρετανικών σχέσεων από πολιτικής και στρατιωτικής πλευράς. Η απελευθέρωση των ελληνικών πολιτικών και διπλωματικών αρχείων από το ΥΠΕΞ έχει σαφώς διασαφηνίσει την ελληνική πλευρά. Όμως οι ελλείψεις καθιστούν την έρευνα προβληματική (Ο περιορισμός ορίζεται χρονικά στους φακέλους που ήταν διαθέσιμοι στον ερευνητή από το Ιστορικό Αρχείο του ΥΠΕΞ μέχρι και το 2000). Ακόμα όμως και με αυτούς τους περιορισμούς, το κείμενο αποτελεί μια ενδεικτική και αξιόπιστη πηγή για τη σχέση που η Ελλάδα ήθελε να κρατήσει με τη Βρετανία και τις βλέψεις της τότε ελληνικής κυβέρνησης από την Αγγλική κυβέρνηση των Εργατικών καθώς και τη διάθεση των Βρετανών να συνεχίσουν να ελέγχουν τα δρώμενα στην Ελλάδα. Πολιτική η οποία παρέμεινε σταθερή καθ’ όλη τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου.
Από το κείμενο καθίσταται σαφές ότι το Δόγμα Τρούμαν δεν επέφερε την ολοκληρωτική βρετανική απόσυρση από την Ελλάδα καθώς και ότι η βρετανική κυβέρνηση δεν σκόπευε να διαγράψει την Ελλάδα από τη σφαίρα επιρροής της. Η εξαγγελία του Δόγματος Τρούμαν το Μάρτιο του 1947 και η είσοδος της Αμερικής στο διεθνές προσκήνιο υποβάθμισε το ρόλο της Βρετανίας ως υπερδύναμης σε υποδεέστερο και επικουρικό αυτού των Ηνωμένων Πολιτειών. Όσον αφορά στην Ελλάδα του Εμφυλίου Πολέμου, οι παγκόσμιες εξελίξεις του Μαρτίου 1947 ενίσχυσαν τις δυνάμεις της Δεξιάς και το αντικομμουνιστικό μέτωπο καταλήγοντας στην οριστική ήττα του Δημοκρατικού Στρατού δυόμισι χρόνια αργότερα.
Η ισορροπία δυνάμεων μεταξύ της Βρετανίας και των Ηνωμένων Πολιτειών παρόλο που φαινομενικά παρουσιάζεται να είναι αντικρουόμενη και ανταγωνιστική, στην περίπτωση της Ελλάδας υπήρξε αρμονική και αλληλοσυμπληρούμενη. Οι Ηνωμένες Πολιτείες αδυνατούσαν το 1947 να αναλάβουν ολοκληρωτικά το ρόλο της διεθνούς αστυνομίας. Η Αμερικανική κοινή γνώμη αρνούνταν να επικροτήσει την πολυδάπανη εκστρατεία στην Ελλάδα καθώς επίσης και να συναινέσει σε μια πρόωρη επιθετική εξωτερική πολιτική. Συνεπώς, η βρετανική βοήθεια αποτελούσε την ακρογωνιαία λίθο της Αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Από την άλλη πλευρά, η οικονομική κρίση που μάστιζε τη Βρετανία την ανάγκαζε να περιορίσει τους αυτοκρατορικούς της στόχους. Πολιτικές πιέσεις που απειλούσαν το κόμμα των Εργατικών να εγκαταλείψει τις ιμπεριαλιστικές βλέψεις της χώρας, έφερναν ρήξη στην κυβέρνηση μεταξύ των υπέρμαχων και των πολέμιων της βρετανικής επεκτατικής εξωτερικής πολιτικής. Ο ελληνικός Εμφύλιος Πόλεμος, με αυτόν τον τρόπο, δεν ήταν απλώς μια ελληνική εσωτερική υπόθεση αλλά και διεθνής διαμάχη.
Ένα από τα θέματα που γίνονται σαφή με το ελληνικό αίτημα να συμφωνήσουν οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Βρετανία στην χρηματοδότηση και συντήρηση του Ελληνικού Στρατού είναι το θέμα του εθνικού συμφέροντος --όπως το ορίζει το κάθε ενδιαφερόμενο μέρος-- και ο ρόλος των Μεγάλων Δυνάμεων. Είναι ξεκάθαρο ότι κατά τον Εμφύλιο Πόλεμο οι κυβερνήσεις δικαιολογούνταν περισσότερο από κάθε άλλη κυβέρνηση να στρέφουν την προσοχή τους στην εξωτερική βοήθεια. Το 1947, ο Δημοκρατικός Στρατός είχε εξαπλώσει τις επιχειρήσεις του σε ολόκληρη σχεδόν τη χώρα ενώ ο Εθνικός Στρατός υπέφερε ακόμα από σημαντικές ελλείψεις σε οργάνωση, ανθρώπινο δυναμικό και εξοπλισμό. Ως εκ τούτου, η βοήθεια από τις Μεγάλες Δυνάμεις αποτελούσε θέμα ύψιστης ασφάλειας τόσο για την έκβαση της μάχης όσο και για τη μακροβιότητα της ίδιας της κυβέρνησης. Αυτό που είναι σημαντικό είναι το μέρος της ευθύνης που τελικά έχει αυτή η ανάμειξη. Στην περίπτωση του Ελληνικού Εμφυλίου υπήρξε καταλυτική.