Για αρκετό καιρό πλέον, για τους περισσότερους κατοίκους της Ευρώπης, έχει καταστεί ξεκάθαρο τούτο: Η ενοποίηση των ευρωπαϊκών κρατών είναι ένα ποτάμι που δε μπορεί να γυρίσει πίσω. Η ένωση των εθνών της Γηραιάς Ηπείρου είναι αναγκαία για την ευημερία και την ανάπτυξη του καθενός από αυτά.
Η παραπάνω πεποίθηση βάρυνε συχνά και σημαντικά τις κρίσεις όλων, όσοι εμπλέκονται ενεργά στην ενοποιητική διαδικασία. Η ίδια πεποίθηση επηρέασε καταλυτικά τις πολιτικές βουλήσεις των συμμετεχόντων στη Διακυβερνητική Διάσκεψη για τη θεσμική μεταρρύθμιση της Ευρώπης, που άρχισε τις εργασίες της τον Φεβρουάριο του 2000. Αποτέλεσμά της ήταν η περίφημη Συνθήκη της Νίκαιας, που υπογράφηκε στην ομώνυμη πόλη της Γαλλία στις 26 Φεβρουαρίου 2001, ισχύει από την 1η Φεβρουαρίου 2003 και αποτελεί (πλέον) ένα από τα κρισιμότερα στάδια της ενοποιητικής διαδικασίας, καθώς άνοιξε το δρόμο για την εισδοχή των 10 κρατών της Νοτιανατολικής Ευρώπης.
Φυσικά, είναι απαραίτητο, πριν την ανάλυση του αντικειμένου της παρούσας μελέτης να γίνει μια διευκρίνιση, προς αποφυγή παρεξηγήσεων: Η Συνθήκη της Νίκαιας καταρτίστηκε με την προοπτική της εισόδου 12 κρατών. Τελικά όμως, η είσοδος της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας ανεστάλη.
Πρωτόκολλο για τη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Στο πρωτόκολλο αυτό, σε συνδυασμό, με τις υπ’ αριθμό 20 και 21 Δηλώσεις, που προσαρτώνται στη Συνθήκη, οι 15 καθόρισαν το θεσμικό πλαίσιο και τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατά την περίπτωση της διεύρυνσής της με 12 νέα μέλη, συμπεριλαμβανομένων της Ρουμανίας και της Βουλγαρίας,
Πολιτικές της Ένωσης και τρόπος λήψης αποφάσεων
Η Διακυβερνητική Διάσκεψη της Νίκαιας ασχολήθηκε σοβαρά με τον τρόπο λήψης των αποφάσεων- στο σύνολο, σχεδόν, των ευρωπαϊκών πολιτικών- και την ανάγκη περιορισμού του καθεστώτος της ομοφωνίας.
Από τις συνολικά 48 περιπτώσεις, για τις οποίες συζητήθηκε το ενδεχόμενο της ειδικής πλειοψηφίας, αυτή έγινε δεκτή για τις 27. Σε 5 από αυτές (άρθρα 62, 63, 66, 161 και 279) συμφωνήθηκε η μεταφορά στο νέο καθεστώς να εφαρμοστεί ετεροχρονισμένα. Ο ετεροχρονισμός αυτός εκτείνεται έως και μετά το 2007! Κατά τ’ άλλα διατηρήθηκαν σε καθεστώς ομοφωνίας ορισμένα ευαίσθητα, για κάθε κράτος μέλος, θέματα- π.χ. οι θαλάσσιες μεταφορές του άρθρου 71 για την Ελλάδα.
Τέλος, σε καθεστώς συναπόφασης πέρασαν 7 περιπτώσεις, από τις 27, που προτάθηκαν στη Διακυβερνητική Διάσκεψη. Οι σημαντικότερες πολιτικές της Ένωσης, ειδικότερα:
Ενισχυμένες συνεργασίες (άρθρο 11)
Το καθεστώς της ειδικής πλειοψηφίας διατηρήθηκε όσον αφορά στη συμφωνία του Συμβουλίου για την καθιέρωση ενισχυμένης συνεργασίας στο πλαίσιο της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (Συνθήκη ΕΚ). Καταργήθηκε όμως η διάταξη σύμφωνα με την οποία ένα κράτος μέλος μπορεί να παραπέμπει το θέμα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, το οποίο αποφασίζει με ομοφωνία. Επομένως, δεν υφίσταται, πλέον το δικαίωμα αρνησικυρίας που διέθεταν τα κράτη μέλη για την πρόληψη της έναρξης ενισχυμένης συνεργασίας σε τομέα σχετικό με τον πρώτο πυλώνα.
Μεταναστευτική πολιτική, άσυλο, πρόσφυγες (άρθρο 63)
Με βάση τις νέες διατάξεις του άρθρου 67, το Συμβούλιο μπορεί να αποφασίζει, με ειδική πλειοψηφία, μέτρα περί ασύλου, περί προσφύγων και εκτοπισθέντων, περί μεταναστευτικής πολιτικής και δικαιωμάτων υπηκόων τρίτων χωρών που διαμένουν νόμιμα σε κράτος μέλος. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι, το Συμβούλιο να έχει προηγουμένως αποφασίσει με ομοφωνία επί κοινοτικής νομοθεσίας που καθορίζει τους κοινούς κανόνες και τις βασικές αρχές που διέπουν τα ζητήματα αυτά. Η διαδικασία συναπόφασης ισχύει πλέον και στο άρθρο αυτό.
Κοινή εμπορική πολιτική (άρθρο 133)
Με τη Συνθήκη της Νίκαιας τροποποιήθηκε το συγκεκριμένο άρθρο με σκοπό την επέκταση του πεδίου εφαρμογής της εμπορικής πολιτικής και, κατά συνέπεια, της λήψης αποφάσεων με ειδική πλειοψηφία για εμπορικές συμφωνίες που αφορούν υπηρεσίες ή εμπορικές πτυχές της διανοητικής ιδιοκτησίας. Από τη διάταξη εξαιρούνται α)συμφωνίες που συνεπάγονται εναρμόνιση εθνικών νομοθεσιών σε τομείς όπως ο πολιτισμός, η εκπαίδευση ή η ανθρώπινη υγεία (τομείς στους οποίους η Κοινότητα δεν διαθέτει εσωτερικές αρμοδιότητες εναρμόνισης), β) συμφωνίες που περιλαμβάνουν διατάξεις για τις οποίες προβλέπεται ομοφωνία για τη θέσπιση εσωτερικών κανόνων (παραλληλισμός) ή αφορούν τομείς στους οποίους η Ένωση δεν έχει ακόμα ασκήσει τις αρμοδιότητές της σε εσωτερικό επίπεδο και γ) ο τομέας των μεταφορών
Κοινωνική πολιτική (άρθρο 137)
Αν και η Συνθήκη της Νίκαιας δεν επέκτεινε την ψηφοφορία με ειδική πλειοψηφία, στην κοινωνική πολιτική, ωστόσο εισήγαγε μία ενδιαφέρουσα και “υποσχόμενη” ρήτρα για κάποιους τομείς που εξακολουθούν καταρχήν να υπόκεινται σε ομοφωνία: “το Συμβούλιο, αποφασίζοντας με ομοφωνία, μπορεί να αποφασίζει την εφαρμογή της διαδικασίας συναπόφασης σύμφωνα με το άρθρο 251 της Συνθήκης ΕΚ (ψηφοφορία με ειδική πλειοψηφία) στα στοιχεία δ), στ) και ζ) της παραγράφου 1 του άρθρου 137, τα οποία αφορούν την προστασία των εργαζομένων σε περίπτωση καταγγελίας της σύμβασης εργασίας, την εκπροσώπηση και συλλογική υπεράσπιση των συμφερόντων των εργαζομένων και τις συνθήκες απασχόλησης των υπηκόων των τρίτων χωρών.”
Βιομηχανική πολιτική (άρθρο 157)
Με την τροποποιημένη παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου καθιερώθηκε η ψηφοφορίας με ειδική πλειοψηφία αλλά και με συναπόφασης με το Κοινοβούλιο, σ’ ό,τι αφορά σε συγκεκριμένα μέτρα υποστήριξης των δράσεων που αναλαμβάνουν τα κράτη μέλη στο πλαίσιο της βιομηχανικής πολιτικής.
Οικονομική και δημοσιονομική πολιτική (άρθρα 100 και 279)
Το σύστημα της ειδικής πλειοψηφίας εισήχθη για τα μέτρα που λαμβάνονται σε περίπτωση δυσκολίας στον εφοδιασμό με ορισμένα προϊόντα. Επίσης, το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία σχετικά με το ενδεχόμενο χορήγησης χρηματοδοτικής ενίσχυσης σε ένα κράτος μέλος λόγω φυσικών καταστροφών ή έκτακτων περιστάσεων που εκφεύγουν από τον έλεγχό του.
Επίσης το σύστημα της ειδικής πλειοψηφίας ορίστηκε να τεθεί σε ισχύ για το δημοσιονομικό κανονισμό και την ευθύνη των δημοσιονομικών ελεγκτών από την 1η Ιανουαρίου 2007.
Δικαστική και διοικητική συνεργασία μεταξύ κρατών μελών (άρθρα 65 και 66)
Σύμφωνα με τις νέες διατάξεις του άρθρου 67, το Συμβούλιο μπορεί να αποφασίζει, με ειδική πλειοψηφία, μέτρα στον τομέα της δικαστικής συνεργασίας σε αστικές υποθέσεις με διασυνοριακές επιπτώσεις, με εξαίρεση τις πτυχές που αφορούν το οικογενειακό δίκαιο. Η διαδικασία συναπόφασης ισχύει πλέον και στο άρθρο αυτό.
Στον τομέα της διοίκησης, σύμφωνα με τις διατάξεις του πρωτοκόλλου που προσαρτάται στη Συνθήκη ΕΚ σχετικά με το άρθρο 67, το Συμβούλιο μπορεί να λαμβάνει, αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία από την 1η Μαΐου 2004, μέτρα για να εξασφαλίσει τη συνεργασία μεταξύ των αρμοδίων υπηρεσιών των διοικήσεων των κρατών μελών καθώς και μεταξύ των υπηρεσιών αυτών και της Επιτροπής.
Εξωτερική πολιτική- ΚΕΠΠΑ
Η Συνθήκη της Νίκαιας εισήγαγε τη δυνατότητα προσφυγής στην ενισχυμένη συνεργασία στο «δεύτερο πυλώνα», την κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφαλείας (τίτλος V της Συνθήκης Ε.Ε.). Το στοιχείο αυτό είναι ένα από τα σημαντικότερα βήματα προόδου που επιφέρει η Συνθήκη της Νίκαιας στον εν λόγω τομέα. Νέα άρθρα (27A έως 27E), τα οποία ορίζουν τους ειδικούς κανόνες εφαρμογής στον τομέα της ΚΕΠΠΑ, εισάγονται στη Συνθήκη Ε.Ε.
Η ενισχυμένη συνεργασία στον τομέα της ΚΕΠΠΑ σκοπό έχει να διαφυλάξει τις αξίες και να υπηρετήσει τα συμφέροντα της Ένωσης στο σύνολό της, σεβόμενη ιδιαίτερα τις αρχές, τους στόχους, τους γενικούς προσανατολισμούς και τη συνοχή της ΚΕΠΠΑ, τις αρμοδιότητες των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και τη συνοχή μεταξύ του συνόλου των πολιτικών της Ένωσης και της εξωτερικής δράσης της. Η ενισχυμένη συνεργασία αυτού του τύπου αφορά μόνο την εφαρμογή κοινής δράσης ή κοινής θέσης. Εξαιρούνται, ωστόσο, θέματα που έχουν στρατιωτικές συνέπειες ή συνέπειες στον τομέα της άμυνας.
Τα κράτη μέλη τα οποία προτίθενται να καθιερώσουν μεταξύ τους ενισχυμένη συνεργασία απευθύνουν σχετική αίτηση προς το Συμβούλιο. Μετά τη γνωμοδότηση της Επιτροπής και την ενημέρωση του Κοινοβουλίου, η εξουσιοδότηση παρέχεται από το Συμβούλιο, το οποίο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία. Ωστόσο, σύμφωνα με το άρθρο 23 της Συνθήκης Ε.Ε., ένα κράτος μέλος έχει τη δυνατότητα να υποβάλει το ζήτημα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο προκειμένου το τελευταίο να αποφανθεί ομόφωνα επ' αυτού. Επομένως, το δικαίωμα αρνησικυρίας των κρατών μελών διατηρείται σε αυτό τον τομέα.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα υπόλοιπα μέλη του Συμβουλίου ενημερώνονται πλήρως σχετικά με την εφαρμογή της ενισχυμένης συνεργασίας. Αυτό το καθήκον ανατίθεται στον Ύπατο Εκπρόσωπο για θέματα κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας.
Άλλες αλλαγές στη Συνθήκη της Νίκαιας
Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
Το άρθρο 3 του Πρωτοκόλλου για τη διεύρυνση της Ε.Ε. περιλαμβάνει τις διατάξεις για τη λειτουργία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Το νέο όριο που τέθηκε είναι 732 Ευρωβουλευτές, αντί των 700, που καθόριζε η Συνθήκη του Άμστερνταμ. Η κατανομή των αντιπροσώπων σε κάθε κράτος μέλος φαίνεται στον Πίνακα 1.
ΠΙΝΑΚΑΣ 1 Κράτη Μέλη Έδρες στο Ε.Κ. Γερμανία 99 Ηνωμένο Βασίλειο 72 Γαλλία 72 Ιταλία 72 Ισπανία 50 Πολωνία 50 (Ρουμανία 33) Κάτω Χώρες 25 Ελλάδα 22 Τσεχική Δημοκρατία 20 Βέλγιο 22 Ουγγαρία 20 Πορτογαλία 22 Σουηδία 18 (Βουλγαρία 17) Αυστρία 17 Σλοβακία 13 Δανία 13 Φινλανδία 13 Ιρλανδία 12 Λιθουανία 12 Λετονία 8 Σλοβενία 7 Εσθονία 6 Κύπρος 6 Λουξεμβούργο 6 Μάλτα 5 Σύνολο: 732
Σύμφωνα με την παρ. 2 “ο συνολικός αριθμός των Ευρωβουλευτών, για την κοινοβουλευτική περίοδο 2004-2009, ισούται με τον αριθμό των αντιπροσώπων, που αναφέρεται στο άρθρο 190, παρ. 2 της Συνθήκης περί ίδρυσης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, καθώς και στο άρθρο 108, παρ.2 της Συνθήκης περί ίδρυσης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα, στον οποίο προστίθεται ο αριθμός των αντιπροσώπων των νέων κρατών μελών, ο οποίος απορρέει από τις Συνθήκες προσχώρησης που θα υπογράφονταν το αργότερο την 1η Ιανουαρίου 2004.” Σύμφωνα με την παρ. 3, όταν ο αριθμός των βουλευτών είναι κατώτερος των 732, εφαρμόζεται κατ’ αναλογία διόρθωση του αριθμού, ώστε να προσεγγίζει τους 732, πάντοτε, όμως, με το ανώτατο όριο ευρωβουλευτών που προβλέπουν για κάθε κράτος μέλος τα προηγούμενα άρθρα. Η διόρθωση γίνεται με απόφαση του Συμβουλίου. Σύμφωνα με τη νέα κατανομή, οι μεγάλες χώρες έχασαν 59 έδρες, ενώ τα 12 νέα κράτη μέλη μοιράστηκαν 197 έδρες.1
Στάθμιση ψήφων στο Συμβούλιο
Το άρθρο 3 του Πρωτοκόλλου για τη διεύρυνση της Ε.Ε. αλλά και η Τελική Πράξη της Συνθήκης της Νίκαιας ρύθμισαν τα σχετικά με τη στάθμιση των ψήφων, τόσο κατά το μεταβατικό στάδιο, ενόψει της διεύρυνσης, που επρόκειτο να ισχύσουν από 1/1/2005, όσο και μετά από αυτό, στην Ευρώπη των 25 ή 27.
Στην πρώτη περίπτωση (Πίνακας 2), για να αποφασίσει το Συμβούλιο, μετά από πρόταση της Επιτροπής, απαιτούνταν τουλάχιστον 169 ψήφοι, που περιλάμβαναν τις ψήφους υπέρ της πλειοψηφίας των μελών. Για ν’ αποφασίσει το Συμβούλιο σε όλες τις υπόλοιπες περιστάσεις, απαιτούνταν τουλάχιστον 169 ψήφοι που περιλάμβαναν τις ψήφους υπέρ της πλειοψηφίας, τουλάχιστον των δύο τρίτων των μελών.
Στη δεύτερη περίπτωση (Πίνακας 3), μετά την εισδοχή των 12 κρατών μελών, ο αριθμός των απαιτούμενων ψήφων για τη λήψη απόφασης, επρόκειτο ν΄αυξηθεί από 169 σε 258, σ’ οποιαδήποτε περίσταση.
ΠΙΝΑΚΑΣ 2 Κράτη Μέλη Σταθμισμένες ψήφοι Γερμανία 29 Ηνωμένο Βασίλειο 29 Γαλλία 29 Ιταλία 29 Ισπανία 27 Ολλανδία 13 Ελλάδα 12 Δανία 7 Βέλγιο 12 Πορτογαλία 12 Σουηδία 10 Ιρλανδία 7 Αυστρία 10 Λουξεμβούργο 4 Φινλανδία 7 ΠΙΝΑΚΑΣ 3 Κράτη Μέλη Σταθμισμένες ψήφοι Γερμανία 29 Ηνωμένο Βασίλειο 29 Γαλλία 29 Ιταλία 29 Ισπανία 27 Ολλανδία 13 Ελλάδα 12 Δανία 7 Βέλγιο 12 Πορτογαλία 12 Σουηδία 10 Ιρλανδία 7 Αυστρία 10 Λουξεμβούργο 4 Φινλανδία 7 Τσεχική Δημοκρατία 12 Πολωνία 27 Ουγγαρία 12 (Ρουμανία 14) (Βουλγαρία 10) Σλοβακία 7 Λιθουανία 7 Λετονία 4 Σλοβενία 4 Εσθονία 4 Κύπρος 4 Μάλτα 3 Σύνολο: 345
Επίσης, σε οποιαδήποτε περίπτωση, όταν το Συμβούλιο (θα) λάμβανε απόφαση με ειδική πλειοψηφία, κάθε μέλος (από τα 15 ή τα 27) (θα) μπορούσε να ζητήσει να εξακριβωθεί ότι τα κράτη μέλη, τα οποία (θα) συνιστούσαν αυτή την ειδική πλειοψηφία, (θα) αντιστοιχούσαν τουλάχιστον στο 62% του συνολικού πληθυσμού της Ένωσης. Εάν (θα) διαπιστωνόταν το αντίθετο, η εν λόγω απόφαση δεν (θα) θεσπιζόταν.
Αυτό το συγκεχυμένο και πολύπλοκο σύστημα της διπλής πλειοψηφίας, μπορεί ν’ αποδειχθεί τρομερά επικίνδυνο, ακόμη και καταστροφικό! Στην Ευρώπη των 25, οι μεγάλες πληθυσμιακά χώρες ενισχύονται σε βάρος των μικρότερων, ενώ 5 χώρες έχουν τον ίδιο αριθμό ψήφων με όλες τις υπόλοιπες. Με λίγα λόγια μια “αναστέλλουσα” μειοψηφία ελάχιστων κρατών μελών- του, σχεδόν, 40% του πληθυσμού- μπορεί να μπλοκάρει μια απόφαση, υποβαθμίζοντας έτσι τη δημοκραικότητα της Ένωσης.2
Ευρωπαϊκή Επιτροπή
Το άρθρο 4 του Πρωτοκόλλου για τη διεύρυνση της Ένωσης περιλαμβάνει τις διατάξεις τις σχετικές με τη σύνθεση και τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Σύμφωνα με αυτό, από 1η 1ου 2005, η Επιτροπή θ’ αποτελείται από έναν υπήκοο από κάθε χώρα μέλος. Η σύνθεση αυτή είναι προσωρινή, αφού μετά και την είσοδο και του 27ου μέλους ορίστηκε ότι θα ενεργοποιηθεί η εξής τροποποίηση: “Ο αριθμός των Επιτρόπων θα είναι μικρότερος από τον αριθμό των κρατών μελών. Αυτοί θα επιλέγονται με ένα σύστημα περιτροπής, το οποίο θα στηρίζεται στην αρχή της ισότητας, ενώ οι διευθετήσεις εφαρμογής θα οριστούν με ομοφωνία από το Συμβούλιο.” Μετά και την ένταξη του 27ου μέλους, συμφωνήθηκε το Συμβούλιο να ορίσει με ομοφωνία, τόσο τον αριθμό των Επιτρόπων, όσο και τις λεπτομέρειες και τους όρους εφαρμογής του νέου συστήματος πάνω στα θεμέλια της ισότητας και της αντιπροσωπευτικότητας.
Επιπλέον, αναβαθμίστηκε σημαντικά ο ρόλος του Προέδρου της Επιτροπής. Καταρχήν άλλαξε η διαδικασία εκλογής του. Σύμφωνα με το άρθρο 214 ΕΚ, “το Συμβούλιο, συνερχόμενο σ’ επίπεδο Αρχηγών κρατών ή κυβερνήσεων, με ειδική πλειοψηφία ορίζει την προσωπικότητα, που προτίθεται να διορίσει ως Πρόεδρο, κι εγκρίνει τον κατάλογο των άλλων προσωπικοτήτων που προτίθεται να διορίσει ως μέλη της Επιτροπής. Η πρόταση αυτή θα τελεί υπό την έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.”
Σύμφωνα με το άρθρο 217 “ο Πρόεδρος έχει την πολιτική καθοδήγηση αλλά και την ευθύνη της εσωτερικής οργάνωσης της Επιτροπής. Επιπλέον, μπορεί ν’ ανακατανείμει τις αρμοδιότητες των Επιτρόπων κατά τη διάρκεια της θητείας τους, να ορίζει Αντιπροέδρους, καθώς και να ζητεί την παραίτηση μελών, υπό την έγκριση ολόκληρης της Επιτροπής.” Ευρωπαϊκά Δικαστήρια
Ένα ακόμη πεδίο, στ’ οποίο η Συνθήκη της Νίκαιας επέφερε σημαντικές αλλαγές, είναι εκείνο των Δικαστηρίων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
Σύμφωνα με το άρθρο 224 ΕΚ, “το Πρωτοδικείο αποτελείται από ένα δικαστή από κάθε χώρα μέλος. Τα μέλη τόσο του Πρωτοδικείου, όσο και του ΔΕΚ, ορίζονται με κοινή συμφωνία των κρατών μελών για μια 6ετία και ανανεώνονται κάθε 3 χρόνια ανά 7 και 8 εκ περιτροπής.”
Κατά τα άλλα, το Πρωτοδικείο απόκτησε δικαιοδοσία επί αιτήσεων ακύρωσης (άρθρα 225 και 230), προσφυγών κατά παραλείψεως (άρθρο 232), διαφορών αποζημιώσεως (άρθρο 235), υπαλληλικών διαφορών (άρθρο 236), διαιτησίας (άρθρο 238), αναιρέσεων αποφάσεων των δικαιοδοτικών επιτροπών (άρθρο 225), καθώς και της διαδικασίας προδικαστικής παραπομπής με δυνατότητα άσκησης αναίρεσης ενώπιον του ΔΕΚ (άρθρο 234).
Από την άλλη, το ΔΕΚ αποτελούμενο από έναν δικαστή από κάθε κράτος μέλος (άρθρο 221), απόκτησε τη δυνατότητα γνωμοδότησης (μαζί με το ΕΚ) σε ομόφωνη απόφαση του Συμβουλίου, κατόπιν πρότασης της Επιτροπής, για τη δημιουργία δικαιοδοτικών επιτροπών (judicial panels), που θα αναλαμβάνουν πρωτόδικα κατηγορίες αποφάσεων (άρθρο 225α) Επίσης, το άρθρο 229α αναγνωρίζει στο ΔΕΚ δικαιοδοσία σε διενέξεις σε θέματα βιομηχανικής ιδιοκτησίας, μετά από ομόφωνη παραπομπή από το Συμβούλιο.
Τέλος ,το ΔΕΚ δικάζει προσφυγές των θεσμικών οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (άρθρο 230), διορίζει την υπηρεσιακή του κατάσταση (άρθρο 223) και καθορίζει τον εσωτερικό του κανονισμό, με την έγκριση της ειδικής πλειοψηφίας του Συμβουλίου.
Δήλωση σχετικά με το μέλλον της Ένωσης
Από όλες τις Δηλώσεις, που προσαρτήθηκαν στη Συνθήκη της Νίκαιας, αναμφισβήτητα η πιο ουσιαστική είναι αυτή που αφορά στο μέλλον της Ένωσης.
Σύμφωνα με αυτή τη Δήλωση, η οποία προσαρτήθηκε με πρωτοβουλία της Ιταλίας και της Γερμανίας, οι αντιπρόσωποι των κρατών μελών αποφασίζοντας όλες τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, τόσο σε θεσμικό όσο και σε λειτουργικό και πολιτικό επίπεδο, άνοιξαν το δρόμο για τη διεύρυνση της Ένωσης. Θεμέλιο της προσπάθειάς τους αλλά και, συνολικά της διαδικασίας της ενοποίησης είναι η δημοκρατική αρχή, καθώς και οι αρχές της διαφάνειας των οργάνων της Ένωσης, της αντιπροσωπευτικότητας και της επικουρικότητας. Δόθηκε έμφαση σε 4 σημεία: α) έγινε σαφές ότι οι Συνθήκες πρέπει να απλοποιηθούν για να γίνουν σαφέστερες και πιο κατανοητές στους πολίτες της Ένωσης, β) έγινε λόγος για το καθεστώς του Χάρτη των θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, γ)τονίστηκε η σημασία ακριβέστερης οριοθέτησης των αρμοδιοτήτων της Ένωσης και γ) υπογραμμίστηκε η αναγκαιότητα προσδιορισμού του ρόλου των εθνικών κοινβουλίων στην ενοποιητική διαδικασία.
Χάρτης θεμελιωδών δικαιωμάτων
Ο Χάρτης των θεμελιωδών δικαιωμάτων είναι ένα από τα σημαντικότερα βήματα στην ιστορία της ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Πρόκειται για ένα κείμενο που βασίστηκε σε αρκετές πηγές, όπως η Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, η Ευρωπαϊκή Κοινωνική Χάρτα, η Κοινοτική Χάρτα των Κοινωνικών δικαιωμάτων των εργαζομένων, η κοινοτική νομοθεσία, οι συνταγματικές παραδόσεις των ευρωπαϊκών κρατών, οι Διεθνείς Συμβάσεις, η Νομολογία του ΔΕΚ κ.α.
Αποτελείται από ένα προοίμιο και 54 άρθρα. Στο προοίμιο αναφέρεται ότι “Οι λαοί της Ευρώπης, δημιουργώντας μια ολοένα στενότερη ένωση μεταξύ τους, μοιράζονται ένα ειρηνικό μέλλον, που στηρίζεται σε κοινές αξίες…” Οι αξίες αυτές είναι η ισότητα, η δικαιοσύνη, η αξιοπρέπεια, η ελευθερία, η αλληλεγγύη, τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα.
Ο Χάρτης υπήρξε προϊόν του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Κολωνίας. Σύμφωνα με τα συμπεράσματα του Συμβουλίου, κρίθηκε αναγκαίο να ταξινομηθούν τα, ήδη, εφαρμοζόμενα, στην ΕΕ, θεμελιώδη δικαιώματα σε μια Χάρτα, με στόχο να είναι πιο ξεκάθαρα και αντιληπτά στους πολίτες της Ένωσης.
Παρ’ όλ’ αυτά, ο Χάρτης, αρχικά, δεν περιλήφθηκε, μέσω της Συνθήκης της Νίκαιας, στις Ευρωπαϊκές Συνθήκες. Για το λόγο αυτό δεν ήταν νομικά δεσμευτικός. Ωστόσο, η ουσία είναι ότι αποτελεί μια πανηγυρική διακήρυξη των θεμελιωδών δικαιωμάτων του πολίτη της Ένωσης και, για το λόγο αυτό συμπεριλήφθηκε στο υπό έγκριση Σύνταγμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πρόκειται, κάποια στιγμή, ν’ αποκτήσει και νομική ισχύ.
Κριτική της Συνθήκης της Νίκαιας
Μια συνολική αποτίμηση της Συνθήκης της Νίκαιας οδηγεί σε ιδιαιτέρως χρήσιμα συμπεράσματα, κυρίως σ’ ό,τι αφορά στις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης και σ’ αυτή καθαυτή τη φύση της ενοποιητικής διαδικασίας.
Καταρχήν, ένα κρισιμότατο ζήτημα είναι ο τρόπος λήψης των αποφάσεων, ο οποίος καθορίζει κατά σημαντικότατο βαθμό τη φύση της Ένωσης. Η πρωτοπορία της Συνθήκης της Νίκαιας έγκειται στην απόσπαση αρκετών περιπτώσεων από το καθεστώς της ομόφωνης ψήφισης και τη μεταφορά τους σ’ εκείνο της ειδικής πλειοψηφίας. Αυτός ο περιορισμός της ομοφωνίας υπέρ της ειδικής πλειοψηφίας μειώνει τον κίνδυνο “μπλοκαρίσματος” οποιασδήποτε απόφασης από μεμονωμένες χώρες μέλη κι ενισχύει τον ομοσπονδιακό- υπερεθνικό χαρακτήρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παρ’ όλ’ αυτά, το θέμα της ειδικής πλειοψηφίας είναι ακανθώδες κι έπρεπε να προσεχθεί ιδιαίτερα, καθώς, 3 μόνο χώρες στην ΕΕ των 25 ή 27, με πληθυσμό 40% του συνολικού της Ένωσης θα μπορούσαν, επίσης να μπλοκάρουν σημαντικότατες αποφάσεις τραυματίζοντας τη δημοκρατική αρχή.
Μια άλλη παράμετρος σχετίζεται με τα παραπάνω: Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κατέστη, με βάση τη Συνθήκη της Νίκαιας, ο βασικός νομοθέτης (μαζί με το Συμβούλιο) της ΕΕ. Στη δικαιοδοσία του υπάχθηκε το, περίπου, 70% των αποφάσεων της Ένωσης (διαδικασίες συναπόφασης και σύμφωνης γνώμης).3 H ουσιαστική αυτή ενίσχυση του ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με την αναγωγή του σε κυρίαρχο νομοθετικό θεσμό της Ε.Ε., αποτελεί τεράστιο βήμα δημοκρατικότητας και συνάδει απόλυτα με την ομοσπονδιακή προοπτική της Γηραιάς Ηπείρου. Άλλωστε, οι χώρες που παραδοσιακά πρέσβευαν- και εξακολουθούν να το κάνουν- την προοπτική αυτή (Γερμανία, Ιταλία, Ολλανδία, Βέλγιο, Ελλάδα), εδώ και αρκετό καιρό υποστηρίζουν την ενδυνάμωση του (νομοθετικού, αλλά και ελεγκτικού) ρόλου του ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου., ως απαραίτητη προϋπόθεση διασφάλισης της περαιτέρω διεύρυνσης.4 Αλλά και σε ό,τι αφορά σε αυτές καθεαυτές τις διαδικασίες συναπόφασης και σύμφωνης γνώμης, υποστηρίχτηκαν ξεκάθαρα από τις παραπάνω χώρες, αφού θεωρήθηκε ότι ενισχύουν την υπερεθνική (ομοσπονδιακή) διάσταση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. 5
Ένα άλλο ζήτημα της Νίκαιας είναι η αντιπαράθεση μικρών- μεγάλων, η οποία έγινε αντιληπτή, στην ίδια τη θεσμική ανασυγκρότηση. Από τη μια οι μεγάλες πληθυσμιακά χώρες- αλλά και η Ισπανία- έχουν από 2 Επιτρόπους η κάθε μια. Από την άλλη, οι μικρές χώρες αποδυναμώνονται υπέρ των μεγάλων και στο Συμβούλιο. Σ’ ό,τι αφορά στις ψήφους, η Ισπανία και η Πολωνία ευνοήθηκαν, με 27 ψήφους και σημαντικά λιγότερο πληθυσμό από τη Γαλλία και τη Γερμανία, που έχουν 29! Και φυσικά απέδειξαν ότι δε θέλουν ν’ αλλάξει αυτό το καθεστώς, οδηγώντας σε ναυάγιο τη Διακυβερνητική Διάσκεψη του Δεκεμβρίου του 2003.6 Έτσι, φαίνεται ότι τα στοιχεία μιας “Ευρώπης πολλών ταχυτήτων”,7 της Συνθήκης του Άμστερνταμ, όχι μόνο δεν εξαλείφθηκαν, αλλά- σε ορισμένα σημεία ενισχύθηκαν.
Ευτυχώς, σε ορισμένα άλλα σημεία επιτεύχθηκε σημαντική πρόοδος. Η νέα θεσμική δυνατότητα των ενισχυμένων συνεργασιών είναι, σ’ οποιαδήποτε περίπτωση μια “δικλείδα ασφαλείας” για χώρες όπως οι Βαλκανικές ή της Ανατολικής Ευρώπης, προκειμένου να επιδιώξουν στόχους των περιοχών τους, χωρίς να εξαρτώνται απόλυτα από τις διαθέσεις των “ηγετικών” χωρών μελών.8
Σημαντικότατο σημείο της Συνθήκης υπήρξε η περίφημη Δήλωση για το Μέλλον της Ένωσης. Είναι ένα, πράγματι, φιλόδοξο κείμενο, που έθεσε τον ακριβή (νέο) προσανατολισμό της ενοποιητικής διαδικασίας. Ιδιαίτερης αξίας είναι το γεγονός ότι δόθηκε έμφαση στο εξής: Η νέα Διακυβερνητική Διάσκεψη (του 2004), ως προϊόν του “ευρύτερου διαλόγου”, που η Δήλωση εγκαινίασε, σε καμία περίπτωση δεν επρόκειτο να σταθεί εμπόδιο στη διαδικασία της διεύρυνσης. Από εκεί και πέρα, σε ό,τι αφορά στα 4 σημεία- στόχους της Δήλωσης, πρέπει να τονιστούν τα ακόλουθα: Καταρχήν, οι αρμοδιότητες της Ένωσης εύστοχα τονίστηκε ότι πρέπει να αποσαφηνιστούν, με απώτερο σκοπό τη διασφάλιση της ενοποίησης. Όμως, αποσαφήνιση αρμοδιοτήτων δε σημαίνει, σε καμία περίπτωση, μεταβολή στο καθεστώς κοινών πολιτικών ή στις σχέσεις Ένωσης- Εθνικών κρατών- περιφερειών. Έπειτα, οι Συνθήκες χρειάζεται, σαφέστατα, να απλοποιηθούν για να κατανοηθούν από το θεμέλιο της Ένωσης, τους πολίτες της, ως μια απαραίτητη προϋπόθεση στο δρόμο για την εκπόνηση και τη θέση σε ισχύ ενός ευρωπαϊκό Συντάγματος, χωρίς αυτό να σημαίνει απώλεια ευρωπαϊκών κεκτημένων ή παραμέληση σημαντικών αρχών. Αλλά και τα εθνικά κοινοβούλια πρέπει να ενισχυθούν- χωρίς ωστόσο να συμμετάσχουν σε έναν νέο θεσμό (π.χ. δεύτερο νομοθετικό σώμα)- για να ενισχύσουν, ακόμη περισσότερο, τη λειτουργικότητα του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου, την αντιπροσωπευτικότητα της Ένωσης και το μέλλον της Ευρώπης. Αυτά, άλλωστε, αποτελούν και πάγιες ελληνικές θέσεις.9
Τέλος, ο Χάρτης των θεμελιωδών δικαιωμάτων υπήρξε ένα από τα σημαντικότερα αποτελέσματα του Συμβουλίου της Νίκαιας, παρότι δε συμπεριλήφθηκε στην ομώνυμη Συνθήκη. Ο Χάρτης αυτός αποτέλεσε το πρόπλασμα για το μετέπειτα σχέδιο του τόσο σημαντικού, για τη μετάβαση σε ένα πιο δημοκρατικό- ομοσπονδιακό πολιτικό σύστημα, ευρωπαϊκού Συντάγματος10 που αυτή τη στιγμή είναι αντικείμενο επεξεργασίας. Ο Χάρτης αυτός, ενώνοντας τα συμφέροντα των πολιτών της Ευρώπης με τη λειτουργία των κοινοτικών οργάνων, έδωσε μια νέα, τεράστια ώθηση στη διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.11 Το γεγονός ότι δεν απέκτησε νομική ισχύ μέσα από τη Συνθήκη της Νίκαιας, οπωσδήποτε συμπεριλαμβάνεται στ' αρνητικά της τελευταίας.
Επίλογος
Είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι η Συνθήκη της Νίκαιας υπήρξε ένα σημαντικότατο βήμα στη διαδικασία ενοποίησης των κρατών της Γηραιάς Ηπείρου.
Η διεύρυνση της Ε.Ε. με την είσοδο των 10 κρατών της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, ήταν η μεγαλύτερη και κρισιμότερη στην 50χρονη ιστορία της ενοποίησης. Ετοιμαζόταν από τα μέσα της δεκαετίας του 1990,12 και σήμανε το τέλος μιας πολυετούς (ψυχροπολεμικής) εποχής ανταγωνισμών και ανασφάλειας.13 Η διεύρυνση αυτή επιδιώχτηκε από μεν τα νέα κράτη για τον πολιτικό και οικονομικό τους εκσυγχρονισμό14, από δε την Ε.Ε. ως αναπόφευκτο στάδιο της ενοποιητικής διαδικασίας. Η διεύρυνση αυτή, κατέστη δυνατή, επειδή, με τη Συνθήκη της Νίκαιας τροποποιήθηκε το θεσμικό κοινοτικό πλαίσιο και άλλαξαν αρκετές από τις δομές του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Έτσι η Συνθήκη της Νίκαιας αποτέλεσε, σίγουρα σταθμό, το κομβικό σημείο ανάμεσα σε δύο εποχές. Κι όπως σε κάθε μετάβαση γίνονται λάθη, πιθανότατα συνέβησαν και στην περίπτωσή μας. Λάθη τακτικής, λάθη ουσίας. Χειρισμοί που μπορεί να έχουν ήδη προδιαγράψει την εξέλιξη της Ένωσης και της εμβάθυνσης ή την καταστροφή της (συσχετισμοί μεταξύ κρατών, "πολλαπλές ταχύτητες", υπερεθνικές/ ομοσπονδιακές ή διακυβερνητικές/ συνομοσπονδιακές/ συναινετικές κατευθύνσεις).
Σε οποιαδήποτε περίπτωση πάντως, η Συνθήκη της Νίκαιας έλυσε σημαντικά προβλήματα. Ευχής έργον, για εμάς, τους πολίτες της "Ευρώπης των λαών", είναι ν' αποδειχθεί το ισοζύγιο θετικό. Το μέλλον θα δείξει…
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Τσινισιζέλης σ. 382 Οικονομικός Ταχυδρόμος, 8 Απριλίου 2004 σ. 19 Οικονομικός Ταχυδρόμος, 6 Μαϊου 2004 σ. 19 Ιωακειμίδης, Ευρωπαϊκή Πολιτική Ένωση, σ. 216 Ιωακειμίδης, Ευρωπαϊκή Πολιτική Ένωση, σ. 220 και σ. 231 Οικονομικός Ταχυδρόμος, 18 Δεκεμβρίου 2003 Επενδυτής σ. 50 Μαμμωνάς σ. 78 Ιωακειμίδης, Τα διλήμματα για το μέλλον της Ευρώπης Οικονομικός Ταχυδρόμος 6 Απριλίου 2002 Δούση σ. 259 Βαλντέν σ. 225 Κανελλόπουλος σ. 10 Ιωακειμίδης, Ευρωπαϊκή Ένωση και Ελληνικό κράτος, σ. 43